Για τα πρόσφατα γεγονότα στην ΑΣΟΕΕ

Είναι προφανές οτι η παρέμβαση στον πρύτανη της ΑΣΟΕΕ δεν αποτελεί δράση κανενός φοιτητικού συλλόγου, ούτε ανήκει στις πρακτικές του. Ωστόσο, πέρα απ’ αυτό, θεωρούμε αναγκαία μια κριτική στο γεγονός λόγω των συζητήσεων που έχουν αρχίσει γύρω απ’ το γεγονός, και την πολιτική εκμετάλλευση του ως αφορμή, από την κρατική καταστολή.
Αρχικά, ο στόχος της ενέργειας πρύτανης Μπουραντώνης, δεν εμφανίζεται σε καμία αναζήτηση στο Indymedia, ούτε καταγγέλλεται από κάποιο άλλο κινηματικό μέσο. Η ιστοσελίδα της κατάληψης Vancouver-Apartman, κατονομάζει πολλές φορές τον πρύτανη Γιακουμάκη, αλλά όχι τον αντιπρύτανη Μπουραντώνη. Συνεπώς, αυτοί που έκαναν την παρέμβαση, δίνοντας έμφαση στο πρόσωπο εκτός απ’ τη θέση, στοχοποίησαν “λάθος” άτομο, κάτι που είναι ενδεικτικό για την προσοχή και τη σοβαρότητα με την οποία αντιμετωπίζουν την ίδια τους την παρέμβαση. Αν ο σκοπός ήταν η στοχοποίηση της θέσης και της θεσμικής εξουσίας του Μπουραντάνη, όπως του κάθε Πρύτανη, θα έπρεπε να επιλέξουν μια λιγότερο “προσωποποιημένη” ενέργεια. Κατονομάζουν δε τον Μπουραντώνη ως αντιπρύτανη (πού ήταν) την περίοδο των διώξεων στους φοιτητές και στις εκκενώσεις των καταλήψεων, ωστόσο κανένα κείμενο της περιόδου σχετικό δεν τον είχε καταγγείλει για τις εκκενώσεις. Όλα στοχοποιούσαν τον Γιακουμάκη. Εφόσον η ενέργεια στοχοποιεί πρόσωπο κι όχι αμιγώς τη θέση, το λάθος πρόσωπο είναι σοβαρό παράπτωμα. Ο νυν πρύτανης προφανώς ήταν συνυπεύθυνος, όπως κι υπόλοιπη ανώτερη διοίκηση του ΟΠΑ. Όμως δεν ήταν η αιχμή του δόρατος.
Πέρα απ’ αυτό, είναι διακριτή μια προσπάθεια έντονου συμβολισμού μεσω της διαπόμπευσης με το κρέμασμα ταμπέλας, κι όχι με άσκηση άλλου είδους βίας. Η εικόνα του πρύτανη με την ταμπέλα δημιούργησε αισθήματα αποτροπιασμού σε μεγάλο μέρος του κινήματος, εξαιτίας συνειρμών με τη διαπόμπευση κρατουμένων και αγωνιστών από την αστυνομία παλαιότερων εποχών, πρακτικές των ναζί που έκαναν το ίδιο πράγμα σε εκδιδόμενες γυναίκες, και άλλα παρόμοια περιστατικά, οπότε υπάρχει μια σκανδαλιστική αναχώρηση απ’ τη συνήθη σημειολογία της αριστεράς και της αναρχίας, γεγονός που προκάλεσε ακόμα και αναφορές σε φασιστικού τύπου ενέργειες. Ωστόσο, δεν πρέπει να ξεχνάμε το context και τις σχέσεις εξουσίας γύρω από κάθε πράξη, πως οι γνωστές διαπομπεύσεις γίνονται απ’ τον έχοντα την εξουσία προς τον αδύναμο, με στόχο την οριστική του συντριβή. Οι δράστες της ενέργειας δεν ήταν εντός μιας παρόμοιας δυναμικής, παρα μόνο ίσως κατά τη διάρκεια των 5’ της παρέμβασης, οπότε η αναγωγή της δράσης τους σε φασισμό είναι άστοχη. Κι ενώ το “θύμα” δεν ήταν, όπως όλα δείχνουν, ο εγκέφαλος των εκκενώσεων και των βιαιοπραγιών, είχε όντως θεσμική θέση που τον καθιστά εμπλεκόμενο. Όμως όταν κάποιος χρησιμοποιεί βαρείς συμβολισμούς, καλό είναι να το κάνει με σύνεση. Ένας τρόπος να αναγνωστεί η ενέργεια είναι η στιγμιαία και προσωρινή ανατροπή των σχέσεων εξουσίας, όπως συνέβαινε ιστορικά στις καρναβαλικές εκδηλώσεις, που ενέχουν την ανατροπή της κοινωνικής τάξης. Για λίγο ο εξουσιαστής γίνεται εξουσιαζόμενος κι ο εξουσιαζόμενος εξουσιαστής, ο διωκόμενος γίνεται διώκτης και το θύμα γίνεται θύτης. Όμως ο παραλληλισμός με το καρναβάλι τοποθετεί τον συμβολισμό ήδη στον χώρο του θεάματος, που διέπεται απ’ τους νόμους της κυρίαρχης τάξης της κοινωνίας. Η ευχαρίστηση που δυνητικά προκαλεί το θέαμα του ταπεινωμένου πρώην εξουσιαστή πηγάζει απ’ τον κυρίαρχο σαδισμό του θέσει καταπιεστή, κι όχι απ’ τη χειραφέτηση του κατα συνθήκην καταπιεστή και πρώην καταπιεζόμενου. Μια άλλη, λιγότερο ευνοϊκή ανάγνωση θα ηταν οτι μιμήθηκαν τη διαπόμπευση δοσιλόγων απ’ τους αντιφασίστες ή “εχθρών του κινήματος” από “ερυθροφρουρούς”, το οποίο θα σήμαινε ότι αναγνωρίζουν τους εαυτούς τους ως όργανα μιας άλλης εξουσίας η οποία πλέον δεν έχει υλική υπόσταση. Σε κάθε περίπτωση, το Θέαμα είναι ένας χώρος που κυριαρχείται απ’ τις κυριαρχες αντιλήψεις και τις επιβεβαιώνει, οπότε η επιλογή μιας θεαματικής ενέργειας είναι εξίσου αδιέξοδη με τη ρητορική της νομιμοφροσύνης από το “κίνημα”, γεγονός που οδηγεί στον επόμενο πόλο του παρόντος σχολιασμου:
Οι περισσότερες πολιτικές δυνάμεις καταδίκασαν απερίφραστα το γεγονός της παρέμβασης, ενώ στα μέσα κυριάρχησε ενας υπερ το δεον συναισθηματικός λόγος, με αποκορύφωμα καλέσματα για αστυνομική παρέμβαση από ανθρώπους που ανήκουν στο χώρο της αριστεράς και παραδοσιακά τοποθετούνται εναντίον της καταστολής. Ωστόσο, σχεδόν πουθενά δεν αναφέρεται το βασικό πρόβλημα της στοχοποίησης ουσιαστικά του λάθος ανθρώπου από την παρέμβαση, ενώ με μεγάλη ευκολία εκτοξεύτηκαν κατηγορίες για προβοκάτορες, ασφαλίτες, πληρωμένους πράκτορες που έχουν σκοπό να δυσφημίσουν το κίνημα. Αυτό αποδεικνύει ότι το λεγόμενο “κίνημα”, εαν και εφόσον υπάρχει ως κάτι ενιαίο, βρίσκεται σε θέση άμυνας και διέπεται από λογικές νομιμοποίησης, αγνοώντας ή αποκρύπτοντας οτι η πηγή της νομιμοποίησης ίδιαιτερα όταν αυτή εκφράζεται “αστυνομικά”, είναι το κράτος που απειλεί να του ασκήσει ακραία βία.
Η κυβέρνηση κι οι ομοϊδεάτες της κατηγορούν το “άσυλο ανομίας” των πανεπιστημίων, αποκρύπτοντας οτι το νομικό του πλαίσιο έχει καταργηθεί από πέρσι, κι έχει σπάσει στην πράξη με βιαιοπραγίες κατά φοιτητών εντός της ίδιας της ΑΣΟΕΕ. Στις 9 Νοεμβρίου 2019, έσπασε η κατάληψη Vancouver-Apartman με απόφαση της πρυτανείας, με τους ενοίκους της να έρχονται αντιμέτωποι με τα στόχαστρα laser των όπλων της ΕΚΑΜ. Στις 11 Νοεμβρίου τα ΜΑΤ διέλυσαν φοιτητική συνέλευση, αφου η πρυτανεία (στην οποία το “θύμα” ανήκε) είχε κηρύξει lock out της σχολής, ενώ λίγους μήνες αργότερα, στις 24 Φεβρουαρίου 2020, αστυνομικός χωρίς στολή τράβηξε το υπηρεσιακό του όπλο εντός του πανεπιστημιακού χώρου για να απειλήσει φοιτητές που είχαν αντιληφθεί την παρουσία του.
Είναι λοιπόν απολύτως σαφές ότι γίνονται μεθοδεύσεις καταστολής των κινηματικών δράσεων και του λεγόμενου φοιτητικού κινήματος, κι υπάρχει η πεποίθηση ότι αυτό το γεγονός θα αποτελέσει αφορμή για “απονομιμοποίση του κινήματος”. Το σίγουρο είναι ότι αυτή είναι η πεποίθηση του κου Χρυσοχοΐδη, ο οποίος από καιρό μιλά για την επερχόμενη ήττα των “2 άκρων”. Ωστόσο, αν το κίνημα έχει την ανάγκη για επιβεβαίωση απ’ την κυρίαρχη ιδεολογία, η οποία αυτή τη στιγμή στην πράξη συγκλίνει με την κυβερνητική πολιτική, δεν του αξίζει να ονομάζεται έτσι. Η στάση της σπασμωδικής και συναισθηματικής καταδίκης, κι οχι ψύχραιμης κι ουσιαστικής ανάλυσης και κριτικής καταδεικνύει έντονη αδυναμία αλλά κι εμμονή στην αυτοαστυνόμευση του κινηματικού χώρου. Φαίνεται υψίστης σημασίας να χαίρουν νομιμοποίησης κι αποδοχής μόνο δράσεις που έχουν εγκριθεί από τα επίσημα, μαζικά κανάλια δράσης, κι οι ολιγομελείς πρωτοβουλίες είναι στην καλύτερη περίπτωση αφελείς κι άστοχες, συνήθως προβοκατόρικες, ή ακόμα και πληρωμένες. Όμως ένα ισχυρό μαζικό κίνημα δε θα φοβόταν ότι θα δυσφημιστεί από τέτοιες ενέργειες (τις οποίες πλειοψηφικά θέτει εκτός της πρακτικής του), ενώ ένα ανίσχυρο δεν κερδίζει τίποτα με το να δείχνει τα δόντια του προσποιούμενο μια μαζικότητα που δε διαθέτει.
Ο υπουργός κος Χρυσοχοϊδης, έχει εκδώσει επικήρυξη για τους δράστες με μεγάλο χρηματικό ποσό. Απο μεγάλο μέρος της αριστεράς, αυτό συγκρίνεται με την απραξία για τη σύλληψη του ναζιστή Παππά, ο οποίος ανενόχλητος δίεφυγε μετά την καταδίκη του. Ωστόσο, η ίδια η λογική της επικήρυξης είναι δυσανάλογη και ακραία θεαματική. Ο υπουργός δρα σαν σερίφης. Το μήνυμα που δίνει είναι ότι, όποιος καλύπτει τους δράστες θα έχει την ίδια μοίρα μαζί τους. Μεγάλο μέρος του κινήματος ανταποκρίνεται στο κάλεσμα και προσπαθεί να διώξει από πάνω του τους ενόχους, βαφτίζοντάς τους, μάλιστα, ακόμα και πληρωμένους προβοκάτορες. Σε τέτοιο βαθμό πρέπει να φανεί οτι δεν ήταν ποτέ δικοί του. Αν δε ο υπουργός αποφασίσει να επικηρύξει και τον Παππά, θα έχει πατάξει επιτυχώς “και τα δυο άκρα”. “Προβοκάτορες” κι “ανόητοι” “δυσφημίζουν το κίνημα” με τη δράση τους; Η πανεπιστημιακή αστυνομία (που μπαίνει πια επισήμως στο τραπέζι) θα βοηθήσει στην απομάκρυνσή τους. Η παρουσία της στις σχολές θα ειναι μια συμβολική και μόνο προσβολή, θα μας χαλάει την αισθητική, όπως την χάλασε κι η παρέμβαση. Στην ουσία, καλό είναι όταν το κράτος μαζεύει τους προβοκάτορές του. Απλά ας το κάνει έξω, και ήσυχα. Την ίδια στιγμή που το κίνημα προσπαθεί να αποβάλει απ’ τους κόλπους του τους προβοκάτορες, φιλοκυβερνητικές οργανώσεις ζητούν ακριβώς το ίδιο πράγμα, αλλά απ’ τους επίσημους θεσμούς, σε μια περίεργη κοινωνική ομοφωνία. Παραδόξως, ο αποτροπιασμός για την ενέργεια και απ’ την αριστερά συντελεί στο αίσθημα ομοφωνίας που θα δικαιολογήσει την κατασταλτική παρέμβαση του κράτους, κάτι που δε θα συνέβαινε αν το “κίνημα” έκανε την κριτική του σε ήπιους και μη θεαματικούς τόνους. Όποιος προκλητικός, απερίσκεπτος και συμβολικά άστοχος χαρακτήρας της ενέργειας, ενισχύθηκε σε καταστροφικές συνέπειες όχι μόνο απ’ την κυβερνητική κατασταλτική ατζέντα αλλά και απ’ τη θεαματική δράση αυτων που έχουν θέσει εαυτόν ως θεματοφύλακα του κινήματος, οι οποίοι δεν ανήκουν σε μια συγκεκριμένη πολιτική δύναμη αλλά αποτελούν γενικότερη λογική.
Εν πάσει περιπτώσει, αν θέλουμε να πιστεύουμε ότι οι κινηματικές δράσεις οφείλουν να αφήνουν αποτέλεσμα που να ευνοεί τους επόμενους αγώνες μας, δεν μπορούμε παρά να κρίνουμε κάθε δράση και απ’ το αποτέλεσμά της. Δε θα εστιάσουμε στην αφορμή που δίνεται απ’ την ενέργεια στην κρατική καταστολή, καθώς ο ετεροκαθορισμός είναι ένδειξη αδυναμίας. Θα επιμείνουμε όμως στο γεγονός πώς ο θεαματικός αντίκτυπος της ενέργειας αυτής αποξένωσε τους αποδέκτες του μηνύματός της, “αλληλεγγύη στις καταλήψεις”. Σε κάθε περίπτωση, η ύπαρξη μιας άστοχης ενέργειας δεν μπορεί να μας κάνει φορείς του αστυνομικού αφηγήματος ούτε να μας ωθήσει σε περιχαράκωση χάριν της “καθαρότητας” κάποιου ιδεώδους κινήματος. Αυτό δε σημαίνει ότι η βία από τα κάτω πρέπει να παραμένει υπεράνω κριτικης ή να γίνεται φετίχ. Καταδικάζουμε λοιπόν τη συγκεκριμένη πράξη μόνο στο συγκεκριμένο πλαίσιο και μόνο για τους λόγους που αναφέρθηκαν στην παραπάνω κριτική. Δε δεχόμαστε την κριτική των αριστερών δυνάμεων για το εν λόγω συμβάν καθώς όχι μόνο ενισχύει την κρατική παρεμβατικότητα στα δρώμενα του Πανεπιστημίου, αλλά κάνει την αρχή για την υπονόμευση και την εξάλειψη της χρήσης της βίας από τους πραγματικά αδυνάμους, όσους θέλουν δηλαδή να δρουν εκτός του μαζικού κινήματος.
Είναι όμως ανάγκη να σταθούμε έμπρακτα απέναντι στις μεθοδεύσεις της καταστολής εντός κι εκτός των πανεπιστημιακών χώρων, να μη παίρνουμε ίσες αποστάσεις απ’ την κρατική βία και την βιά του αδύναμου (έστω και εκφρασμένη μέσω μιας καταδικαστέας ενέργειας) και να χαράξουμε τρόπο δράσης σύμφωνα με τα συμφέροντα μας.
~Φουριέ
This entry was posted in General, ~Φουριέ, Ανακοινώσεις, ΑΣΟΕΕ. Bookmark the permalink.