‘treat all resistance as if it were less than you might justifiably fear’

Kant’s advice to the imperial war-machine in his third critique can be summarized as: ‘ treat all resistance as if it were less than you might justifiably fear’.
—Nick Land
Αυτή η συμβουλή φαίνεται πλήρως εναρμονισμένη με το δόγμα και τη συμπεριφορά της κυβέρνησης η οποία με απροκάλυπτη “υπερηφάνεια” καταφέρνει να καλύπτει και να απορροφά αποτελεσματικά οποιοδήποτε πολιτικό κόστος θα έπρεπε να της προκαλεί κλυδωνισμούς.
Η ίδια η έννοια της κοινής γνώμης προϋποθέτει έναν θεμελιώδη διαχωρισμό, μεταξύ όσων έχουν τα μέσα να πράττουν και πρόσβαση στην πληροφορία, ειναι “in the know and out to act” και των υποκειμένων που λαμβάνουν τα σήματα όσων ανήκουν στην πρώτη κατηγορία. Η κοινή γνώμη, ακόμα κι οταν παρουσιάζει στοιχεία αυτοκαθορισμού, θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ως ρευστό που μπορεί να κατευθυνθεί με τις καταλληλες ενέργειες, αρκεί αυτός που κάνει αυτές τις ενέργειες να μη πνιγεί από αδεξιότητα ή κάποιο ατύχημα. Σε καθε περίπτωση όμως, η “κοινή γνώμη” ουσιαστικά έχει νόημα μόνο για όποιον μπορεί με οποιαδήποτε έννοια να αποκοπεί απ’ αυτή και να τη δει απ’ έξω, σαν τρίτος πάρατηρητής, σαν “το μάτι του θεού”. Συνεπώς, είναι ένας όρος απόλυτα φυσικός για μια οντότητα όπως το κράτος και τα συμπλέγματα γύρω απ’ αυτό, που έχουν δυνατότητα μαζικής απεύθυνσης στο πλήθος και ανατροφοδότησης/διαλόγου με αυτό ως μια ενιαία οντότητα, κι όχι μόνο με κομμάτια της ξεχωριστά. Η “διαχείριση της κοινής γνώμης” δεν ελέγχει απλά την κοινή γνώμη. Την δημιουργεί, ομογενοποιώντας διαφορετικές προβληματικές των επιμέρους σωμάτων, συστημάτων, επιδιώξεων και στρέφοντάς τες προς κοινές κατευθύνσεις. Η κοινή γνώμη χωρίς τη διαχείρισή της έχει τόσο νόημα όσο το κοινό ενός θεάτρου έχει νόημα να λέγεται έτσι αν δεν υπάρχουν ηθοποιοί στη σκηνή.
Μιλώντας για θέατρο, το σκάνδαλο Λιγνάδη αποκτά σημαντική δημοσιότητα και γίνεται εστιακό σημείο πολύχρονης συσσωρευμένης οργής ανοιχτών κοινωνικών τραυμάτων. Ο επικοινωνιακός χειρισμός του γίνεται με μια ξεδιάντροπη άνεση που δε διαθέτει καν την αρετή της επιτηδευμένης εξαπάτησης ή του κομψού αντιπερισπασμού. Οι κυβερνώντες, ακολουθώντας το αρχικό απόφθευγμα, λειτουργούν σαν όλα να είναι υπό έλεγχο, βοηθούμενοι απ’ την αυξημένη πειθαρχία της εποχής του κορονοϊου (η οποία αρχίζει να εσωτερικεύεται), αλλά και απο απουσία πόλωσης μέσω μιας αποτελεσματικής αντιπολίτευσης, εντός του θεαματικού μηχανισμού της “διαχείρισης της κοινής γνώμης”. Καμία αντίδραση δεν αντιμετωπίζεται σαν να έχει οποιοδήποτε βάρος. Αυτή ίσως είναι μια σοφή επιλογή, αν ο μέσος αποδέκτης της “κοινής γνώμης” έχει το χαρακτηριστικό να μυρίζει τον πανικό και τον φόβο και να τον ξορκίζει, θέλοντας απλά την ησυχία του.
Ο Δ. Κουφοντίνας προβαίνει σε μια μέχρις εσχάτων απεργία πείνας που αυτή τη στιγμή διαφαίνεται έντονα η πιθανότητα να του στερήσει τη ζωή. Το κράτος αδιαφορεί για το αίτημα (το οποίο στην προκειμένη περίπτωση είναι νομότυπο) και αντιμετωπίζει με δρακόντειο τρόπο, έντονη καταστολή και συλλήψεις, όποιους έστω και συμβολικά δηλώνουν την αλληλεγγύη τους. Θα περίμενε κανείς ότι αυτό θα ήταν μια επικίνδυνη κίνηση που δοκιμάζει τα αντανακλαστικά πολλών ανθρώπων και που οι κυβερνώντες θα έπρεπε να αποφύγουν. Όμως κι εδώ, η διαχείριση της κοινής γνώμης γίνεται με τέτοιον τρόπο ώστε να χαϊδεύονται τα ρεβανσιστικά ένστικτα των “πολεμίων της τρομοκρατίας” και οι εικόνες καταστολής να αποδεικνύουν έμπρακτα το δίκαιο του ισχυρότερου προς όλες τις κατευθύνσεις. Γιατί όποιος θέλει να διατηρήσει την ψευδαίσθηση ότι πατά στα πόδια του και παίζει το παιχνίδι, θα προσπαθήσει κι αυτός να “επηρεάσει την κοινή γνώμη”, με άνισα μέσα να δώσει τη μάχη σε ένα πεδίο που του εγγυάται την ήττα. Με τα υπάρχοντα μέσα, έχεις τρικάκια εναντίον τηλεοπτικού σήματος, blogs εναντίον δημοσιογραφικών σελίδων μεγάλου reach, “κινηματικοί” λογαριασμοί social media σε εποχές regulated content κι εναντίον σελίδων με μεγάλο προϋπολογισμό διαφημίσεων. Δεν υπάρχει καν μάχη. Κι ο χωρικός περιορισμός κι έλεγχος λόγω των μέτρων της πανδημίας εμποδίζει την εξάπλωση “αυτόνομων ζωνών”, ακόμα κι από υπάρχουσες δραστήριες κοινότητες, υποκουλτούρες, κινήματα. Τα πάντα βρίσκονται σε μια κατάσταση στάσης, εκτός απ’ τον κυρίαρχο μηχανισμό ελέγχου της κοινής γνώμης, ο οποίος συν τοις άλλοις τυχαίνει να είναι πιο ομοιογενής από ποτέ, χωρίς εσωτερικές συγκρούσεις που να τον ελέγχουν. Δεν υπάρχει κανένα μεγάλο αντικυβερνητικό μέσο μαζικής ενημέρωσης, καμία πολωτική αντιπολίτευση, κανένα δίλημμα, καμία ψευδαίσθηση επιλογής. Δεν Υπάρχει Εναλλακτική (TINA). Αυτή τη στιγμή η κυβέρνηση έχει βάσιμους λόγους να πιστεύει ότι μπορεί να απορροφήσει το πολιτικό κόστος ενδεχόμενης θανάτωσης του Κουφοντίνα, αλλά και του σκανδάλου Λιγνάδη. Μπορεί ακόμα να χρησιμοποιήσει το κάθε ένα απ’ αυτά για να αποσπάσει την προσοχή της “κοινής γνώμης” απ’ το άλλο, ή απ’ οτιδήποτε άλλο προκύπτει. Κάθε αντίδραση *είναι* μικρότερη απ’ αυτή που θα πρεπε δικαιολογημένα να φοβούνται.
Αυτές είναι οι σκέψεις ενός τμήματος της κοινής γνώμης που βρίσκεται παγιδευμένο σε ακινησία μέσα σ’ ενα τεράστιο κύμα που αδυνατεί να κατευθύνει. Ωστόσο, όπως κάθε πειστικό θέαμα, η περιγραφή αυτή αποκρύπτει μια πραγματικότητα πιο πεζή μα στη συγκεκριμένη περίπτωση και πιο τρομακτική. Γιατί το άβουλο άτομο της κοίνης γνώμης δεν έχει ελπίδα μα δεν έχει κι ευθύνη. Το τεράστιο κύμα που δεν ελέγχουμε από στιγμή σε στιγμή θα καταρρεύσει, ξεβράζοντάς μας στην ακτή. Οι ανοχές κι αντοχές μας θα δοκιμαστούν ώσπου να μην έχουμε την πολυτέλεια της απραξίας. Κάποιοι έχουν φτάσει ήδη στα όριά τους. Θα ακολουθήσουν περισσότεροι. Μια πρώτη γεύση γι’ αυτό ήταν η επέκταση του αντιτρομοκρατικού νόμου στην τέχνη. Η λογοκρισία αυτού του είδους επιτίθεται στο μέγιστο πρόσχημα, σε μια μορφή ελευθερίας του λόγου που ανήκει μεταξύ άλλων και στα ιδεολογήματα του δυτικού κράτους, αλλά κυρίως, τη μόνη ελευθερία που πολλοί ασκούν ακόμη και που τους κάνει να ξεχνούν τον περιορισμό άλλων ελευθεριών τους. Η σοφή κυβέρνηση άκουσε την κοινή γνώμη. Κι ο καλύτερος μάγειρας συχνά ελέγχει τη θερμοκρασία του νερού με το δάχτυλό του κι ενίοτε καίγεται.
Όταν λοιπόν το κύμα μας ξεβράσει στην ακτή, συλλογικά, ως υποκείμενα της κάποτε ενιαίας παθητικής κοινής γνώμης, θα υποχρεωθούμε να σηκωθούμε και να τρέξουμε προς όποια κατεύθυνση. Η επιλογή που θα κάνουμε τότε, συνειδητή ή οχι θα κρίνει τα γεγονότα στην κοινωνική αρένα. Μέσα στο βουβό κύμα, το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να αναλύουμε και να κρίνουμε κάνοντας ηττοπαθείς προβλέψεις. Όμως θα κληθούμε να δράσουμε κι απο θεατές θα γίνουμε ηθοποιοί. Ίσως έχει χτυπήσει το πρώτο κουδούνι.
This entry was posted in General, , Ανακοινώσεις. Bookmark the permalink.